Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011


 Γιώργος Σεφέρης,  «Ε π ί   Α σ π α λ ά θ ω ν…»


 Οι παρακάτω οδηγίες στηρίζονται (και κάτι περισσότερο) στα παρακάτω κείμενα:

Στέφος Α., Γιώργου Σεφέρη «Επί Ασπαλάθων…», στον τόμο «Νέα ελληνική γραμματεία», ΕΚΔ. Πορεία, Αθήνα 1992, σς. 71-82

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γυμνασίου Λυκείου, Βιβλίο του καθηγητή 2ο τεύχος, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1986, σσ. 129-131

            Επίσης χρησιμοποιήσαμε στοιχεία του σχολικού εγχειριδίου Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄Λυκείου και τις Οδηγίες για τη διδασκαλία των φιλολογικών μαθημάτων στο Γενικό Λύκειο.

Οδηγίες προς ναυτιλομένους…

Ας προσέξουμε την ημέρα (25 Μαρτίου 1971) και την εποχή έμπνευσης και σύνθεσής του (Δικτατορία 1967 και εξής).

Ο τίτλος: «Επί Ασπαλάθων…»

Ο τίτλος αναφέρεται στην περικοπή από το βιβλίο του Πλάτωνα Πολιτεία  614-616 και συγχρόνως αποτελεί μια ευχή (και προφητεία) για την επανάληψη της φρικτής τιμωρίας στον παρόντα χρόνο: όπως τιμωρήθηκε ο πανάθλιος τύραννος Αρδιαίος να τιμωρηθούν οι δικτάτορες της Ελλάδας το 1971.

• Ο ίδιος ο ποιητής έχει χωρίσει το ποίημα σε τρεις στροφές-ενότητες

 Πρώτη στροφική ενότητα (στίχ.1-7), επισημαίνουμε:

Η έμπνευση του ποιητή – Η απατηλή Γαλήνη – Ο χώρος και ο χρόνος στ.1-7

   Στίχοι 1-2
Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη

Ο παρελθοντικός χρόνος του πρώτου στίχου (Ήταν ωραίο) δημιουργεί μια χρονική απόσταση από το γεγονός (την επίσκεψη στο Σούνιο). Το ποίημα λειτουργεί μέσω της μνήμης.  Ο ποιητής (το ποιητικό εγώ ή ο αφηγητής) θυμάται…

ο Σεφέρης το ποίημα το είχε τελειώσει μέχρι τις 31 Μαρτίου, όπως σημειώνει ο ίδιος˙ μέσα σε λίγες μέρες από την επίσκεψη στο Σούνιο. Εντύπωση λοιπόν προκαλεί η χρονική απόσταση που υποδηλώνουν οι λέξεις ήταν και μέρα εκείνη˙ λες κι είχε περάσει πολύς καιρός.


    Επίσης στους στίχους 1-2 ο ποιητής μας τοποθετεί χωροχρονικά:
Τόπος: Σούνιο

Χρόνος: Ευαγγελισμού (άνοιξη):
Το Σούνιο τη μέρα αυτή του Ευαγγελισμού αποτελεί το καταφύγιο του ποιητή.

Η μέρα του Ευαγγελισμού είναι και μέρα της εθνικής μας γιορτής. Τη μέρα αυτή ο ποιητής αποφεύγοντας τους ψεύτικους εορτασμούς και τους πομπώδεις πανηγυρικούς της δικτατορίας προτίμησε να επισκεφτεί το Σούνιο, να ζήσει πιο κοντά στην ελληνική φύση και παράδοση.

Από τον πρώτο κιόλας στίχο αρχίζει η περιδιάβαση στα ερείπια του Σουνίου. Ο ποιητής φέρνει τα βήματά του στο μαγευτικό αυτό χώρο… Α. Στέφος


   Στίχοι 3-7
Το Σούνιο παρουσιάζεται στους στίχους 1-2 ωραίο
Οι στίχοι 3-6 δίνουν ένα γενικό περίγραμμα του τοπίου και, μπορούμε να πούμε,  διευκρινίζουν το ωραίο. Η ομορφιά της φύσης είναι λιτή (ακριβέστερα ο ποιητής παρουσιάζει τη φύση με λιτότητα):
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Πράσινα φύλλα – σκουριασμένες πέτρες – κόκκινο χώμα – ασπάλαθοι (κίτρινοι ανθοί)

Ο χώρος του Σουνίου παρουσιάζεται πλημμυρισμένος άπλετα από τον ανοιξιάτικο ήλιο και διάστικτος από τα στοιχεία της ελληνικής φύσης (φύλλα, πέτρες, χώμα). Χαρακτηριστική και έντονα αποκαλυπτική η χρήση του επιθέτου από τον ποιητή (πράσινα – σκουριασμένες – κόκκινος).
Μέσα από το σκουριασμένο, σκυθρωπό χρώμα της πέτρας, τα πράσινα φύλλα θάλλουν από ζωή σε αρμονικό συνταίριασμα με το κόκκινο χώμα, το τόσο αγαπητό στη σεφερική ποίηση.


 Οι ασπάλαθοι παρουσιάζονται αναλυτικότερα (εκτενέστερα)˙ σ’ αυτούς πέφτει το μεγαλύτερο βάρος: βλέποντας τους ασπάλαθους ο Σεφέρης θα λειτουργήσει συνειρμικά˙ οι θάμνοι με τους κίτρινους ανθούς  θα προκαλέσουν την ποιητική ιδέα (μέσω των ασπαλάθων ο Σεφέρης θα οδηγηθεί στη δημιουργία του ποιήματος).



Στο σκηνικό κυριαρχεί η παρουσία του κίτρινου θάμνου με τα μεγάλα βελόνια. Το σύμβολο προετοιμάζεται κατάλληλα από τον ποιητή που, με ευαισθησία και βαθιά γνώση της Ιστορίας, θα εξάρει την ελληνικότητα του χώρου και τις λανθάνουσες δυνάμεις της επιβίωσης που σαν θαύμα ξανάρχονται στο φως, σε πείσμα τόσων αντιξοοτήτων και φοβερών ιστορικών περιπετειών, όπως τα αγριολούλουδα της αττικής γης που βρίσκουν τόπο να φυτρώνουν, όταν έρθει η Άνοιξη και οι αμυγδαλιές ανθίζουν ανάμεσα στις σχισμές και στις απίθανες γωνιές των ακρωτηριασμένων ερειπίων. (Α. Στέφος)


   Στ. 7
Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν
ακόμη…
Ο χρόνος, από παρελθοντικός στο στ. 1 (Ήταν) γίνεται στο στ. 7 παροντικός (αντηχούν).

Έτσι, όλη η εικόνα των στ. 3-7, με τα δυο της μέρη
(από τη μια μεριά η απλότητα και λιτότητα του τοπίου: οδηγεί κλιμακωτά λίγα πράσινα φύλλα=> σκουριασμένες πέτρες=> κόκκινο χώμα => αγκαθερούς ασπάλαθους˙
από την άλλη: μια απόμακρη μουσική από το κλασικό παρελθόν) λειτουργεί δραματικά

Ο ποιητής «βλέπει» και παρουσιάζει τα ερείπια του ναού του Ποσειδώνα μέσα από μια μεταφορά. Υπάρχει στενή σύνδεσή ανάμεσα στις αρχαίες κολόνες  με τις χορδές μιας άρπας που φέρνουν ήχους, δηλαδή, αναμνήσεις από το παρελθόν.

Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν
ακόμη…
Στίχος κλασικός, αρμονικά λουσμένος από το φως της ελληνικής ομορφιάς, της απολλώνιας μουσικής, της συμμετρικής τελειότητας που μας δείχνουν την ιστορική συνέχεια της Ελλάδας ως τη σημερινή εποχή, τόσο που οι αρχαίες κολόνες, ακόμη και τώρα, ενεργούν λειτουργικά στους Νεοέλληνες. Α. Στέφος


Ο λυρισμός του ποιητή, διάχυτος, αποθεώνει με λιτότητα τη φυσική ομορφιά και την κλασική αρμονία, συναδελφώνει θαυμάσια την πνευματικότητα με την ειδυλλιακή χάρη. Επισημαίνουμε τους υποβλητικούς στίχους:
                        Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες… (στ. 2)
Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν
ακόμη… (στ. 7). 
που αποπνέουν λεκτική αρμονία και εκφραστική δύναμη.  Α. Στέφος

Δύο επιρρήματα επιστέφουν (στεφανώνουν) το στίχο: απόμακρα, μακρινή ηχώ του αρχαϊκού κάλλους, ακόμη, παρουσία της ζωής, ζώσα επιβίωση… και της μουσικής που διαχέεται στη φύση. Όλη η εικόνα αποπνέει Γαλήνη

·         Σχετικά με τον ποιητική γραφή του ποιήματος
Για την πρώτη στροφική ενότητα:
Η πρώτη ενότητα διατηρεί τη γνώριμη ποιητική γραφή του Σεφέρη:
Λόγος λιτός, υποβλητική εικονοποιϊα, τόνος συγκρατημένος , αλλά διακριτικά φορτισμένος

Δεύτερο επίπεδο: Μυθολογική αναφορά, στ. 8-20
Δεύτερη στροφική ενότητα (στίχ.8-18)
   Στ. 8
Γαλήνη
• Το βάρος πέφτει στη λέξη-στίχο «Γαλήνη»: Όλα τριγύρω είναι γαλήνια, αλλά και στην ψυχή του ποιητή υπάρχει απόλυτη ηρεμία[1]. Είναι η μετάβαση από την εικόνα (των αγκαθερών ασπαλάθων) στην ιδέα (της τιμωρίας των αδίκων και των τυράννων), η μετάβαση από το συνειρμό στην έμπνευση.

Γαλήνη.
Ο μονολεκτικός αυτός στίχος:
Ι. Μεταδίνει την όλη ατμόσφαιρα της γαλήνης, που επικρατεί γύρω, αλλά και της εσωτερικής γαλήνης του ποιητή, που έρχεται ως απόρροια του στ. 7
 Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν
ακόμη…
ΙΙ. Δημιουργώντας ένα κενό στο ποίημα, χρησιμεύει για τη συνειρμική μετάβαση από την προηγούμενη εικόνα (Σούνιο, ασπάλαθοι) στην κύρια ιδέα του ποιήματος (τιμωρία των τυράννων).

 Όλη η εικόνα αποπνέει τη γαλήνη. Η λέξη Γαλήνη αποτελεί το συνδετικό κρίκο των δύο επιπέδων (στ. 1-7 ó στ. 8-18) που τα διαρθρώνει σπονδυλωτά και εκφράζει αντιθετικά τη διαρκή βασανιστική αγωνία και τον προβληματισμό του ποιητή. Η λειτουργικότητα της λέξης Γαλήνη παίρνει μια ξεχωριστή απόχρωση και φωτίζει άπλετα όλο το σκηνικό πλαίσιο. Λεκτικό ορόσημο ανάμεσα στο ειδυλλιακό τοπίο και στην πλατωνική μετουσίωση του μύθου. Λέξη καίρια βαλμένη, δε συνοδεύεται από κανένα επίθετο ή προσδιορισμό. Έχει μόνη της λεκτική αυτάρκεια, αντιθετική με αντίστοιχες ποιητικές χρήσεις.

Όμως διαισθάνεται κανείς, στη μονολεκτική της διατύπωση, μια φρικίαση[2].

Από το στ. 9 κ.ε. ο έντονος λυρισμός (δοσμένος με λιτά μέσα) της πρώτης στροφικής ενότητας θα αντικατασταθεί από την τραγικότητα της δεύτερης στροφικής ενότητας.
                        Απότομα ο ποιητής μας φέρνει στην Αρχαιότητα και στο πλατωνικό κείμενο
- Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνο;
   Στ. 8
 Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;

η ερώτηση προσδίδει δραματικότητα στο ποίημα και η απάντησή του

Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού
τ’ αυλάκια˙
τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς. στ. 10-12
 δείχνει την ανάγκη του ποιητή να μας πληροφορήσει για την πορεία του συνειρμού και της έμπνευσής του: πώς, δηλαδή, βλέποντας τους ασπάλαθους, έφθασε στην πληροφορία, που ήταν χαραγμένη, χαμένη στου μυαλού / τ’ αυλάκια, στην ιστορία του Παμφύλιου Αρδιαίου.

Στο στ. 9 ο ποιητής χρησιμοποιεί ένα πολύ οικείο τρόπο, που ο ίδιος εγκαινίασε με το Μυθιστόρημα κι αποβλέπει στην ενίσχυση της δραματικότητας του ποιήματος˙ χρησιμοποιεί ερώτηση, που δεν δείχνει αν απευθύνεται στον εαυτό του ή σε κάποιο άλλο πρόσωπο˙ στο ερώτημα απαντά με τη διαπίστωση πως το όνομα του θάμνου δεν άλλαξε με τον καιρό˙ έτσι, κατά κάποιο τρόπο, δικαιολογείται η αναδρομή στην περικοπή, που μετάφρασή της δίνει στους στίχους 14-18

  Στ. 10
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ χαμένη στου μυαλού τ’ αυλάκια
                        Η πλατωνική ανάμνηση[3] στο αποκορύφωμά της. Η παράδοση της γλώσσας επισφραγίζει περίτρανα την ακατάλυτη δύναμη της γλωσσικής έκφρασης μέσα στους αιώνες[4]

  Στ. 11-12
Τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
Δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς

                        Ο  κίτρινος θάμνος γίνεται σύμβολο ποιητικό που λειτουργεί με καταλυτική δύναμη. Οι αγκαθεροί ασπάλαθοι αποκτούν μιαν ιδιαίτερη συμβολικότητα, υποδηλώνοντας τέλεια την τραγικότητα της περικοπής. Ο αρχαίος λόγος ηχεί αρμονικά.

  Στ. 15-18
Η  περικοπή του Πλάτωνα, η ιστορική πηγή είναι το άλλο καταφύγιο: στο χώρο της ιστορίας ο Παμφύλιος Αρδιαίος, ο πανάθλιος τύραννος, σύρεται και καταξεσκίζεται πάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους.

Ο ποιητικός λόγος γίνεται πεζολογικός. Ο  λόγος του Πλάτωνα αυτούσιος μέσα σε εισαγωγικά:
«τον έδεσαν χειροπόδαρα»
«τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι.»
  Είναι τόσο δραστική η αφήγηση της τιμωρίας του τυράννου από τον Πλάτωνα που ο Σεφέρης την παραθέτει μεταφράζοντάς την σχεδόν αυτούσια.  Έτσι πετυχαίνει να αποδώσει ο ποιητής την τιμωρία του τυράννου με νατουραλιστική ωμότητα.  Κυριαρχεί το ρήμα στους στίχους αυτούς (τα βασανιστήρια με τα οποία τιμωρείται ο Αρδιαίος περιγράφονται με 7 ρηματικούς τύπους στον αόριστο) και έτσι εκφράζεται η βιαιότητα και το ανελέητο της τιμωρίας του    Αρδιαίου. Την αιτία της τιμωρία του μας την παρουσιάζει στο τέλος (πανάθλιος τύραννος). Με τα παραπάνω εκφραστικά μέσα  σε συνδυασμό με  τις λέξεις στον Τάρταρο – κουρέλι  εξωτερικεύει τον πόνο, την οργή, το θυμό,  το βρασμό ψυχής, το μίσος του  για τους τυράννους και μας προετοιμάζει  για τους στίχους 19-20 με τους οποίους ολοκληρώνεται το ποίημα.


Σχετικά με τη λειτουργία των συνειρμών
Το Σούνιο
(ένα καταφύγιο για τον ποιητή: χορδές μιας άρπας αντηχούν ακόμη),
οι ασπάλαθοι (με τα μεγάλα τους βελόνια),
η περικοπή του Πλάτωνα
(η ιστορική πηγή είναι το άλλο καταφύγιο: στο χώρο της ιστορίας ο Παμφύλιος Αρδιαίος, ο πανάθλιος τύραννος, σύρεται και καταξεσκίζεται πάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους.)

Οι ασπάλαθοι συνδέουν τα δύο καταφύγια του ποιητή: το Σούνιο και το Πλατωνικό κείμενο



Τρίτη στροφική ενότητα στ. 19-20

Καθαρή πολιτική πρόθεση – Γνωμικό δίστιχο

  Στ. 19-20
Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
Ο Παμφύλιος Αρδιαίος, ο πανάθλιος τύραννος στ. 19-20

Οι δυο τελευταίοι στίχοι παίζουν το ρόλο ενός επιλογικού σχολίου για την τύχη του Αρδιαίου, του Πανάθλιου τύραννου. Το πού σκοπεύουν όμως, σε ποιον συγκεκριμένα τύραννο εκείνης της περιόδου, είναι φανερό.
Ο ποιητής θέλει να δώσει στο συνειρμό του εντονότερη προέκταση: κατά κάποιο τρόπο θέλει να προειδοποιήσει,  αν  όχι να  α π ε ιλ ή σ ε ι, τους σύγχρονούς του τυράννους ότι κάποτε θα έχουν το ίδιο τέλος με τον αρχαίο εκείνο τύραννο.

  Υπογραμμίζουμε ιδιαίτερα τις λέξεις-κλειδιά (στον Τάρταρο – κουρέλι, από τη δεύτερη στροφική ενότητα – ο Πανάθλιος τύραννος) που εκφράζουν εύγλωττα και παραστατικά τον αποτροπιασμό, τη βδελυγμία[5] και την απέχθεια του ποιητή για την τυραννία και τις ποικίλες υλακές[6] της εξουσίας. Συνάμα, οι λέξεις αυτές με την αλληγορική έκφραση και την προφητική ενόραση, παίρνουν στα μάτια του διψασμένου για ελευθερία λαού ένα αναμφισβήτητο αντιστασιακό νόημα.
   Οι δύο τελευταίοι στίχοι:
Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
Ο Παμφύλιος Αρδιαίος, ο πανάθλιος τύραννος
πέφτουν σαν επίσημη κατακλείδα, αυστηρή ιερατική, εξιλεωτική ενός αισχύλειου δράματος[7]. Ίσως η μοναδική φορά που ο φιλοσοφικά ήρεμος ποιητής φαίνεται να αναρριγάει από φρίκη ως το μίσος.

  Πλέρωνε, κρίματα: επιλέγει λέξεις λαϊκές, με ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση και εκφραστική δραστικότητα: συνεχίζει την ακραία αναφορά και τον απαξιωτικό χαρακτηρισμό του τυράννου.

Μαγική λειτουργία της ποίησης

Οι δύο τελευταίο στίχοι λειτουργούν ως επιμύθιο.
          Το ποίημα είναι ένα ωραίο παράδειγμα για την πρωτογενή –δηλαδή τη μαγική- λειτουργία της ποίησης˙ μέσα στο χώρο του συντελείται μια κάθαρση (η φριχτή τιμωρία του πανάθλιου τύραννου), η οποία δεν έχει ακόμα συντελεστεί στο χώρο της πραγματικότητας (το ποίημα είναι γραμμένο το 1971).

Αλληγορική προφητεία : Έγκλημα και Τιμωρία:

          Το ποίημα ολοκληρώνεται ακολουθώντας το σχήμα: Ύβρη – Άτη - Νέμεση  



Μια αποτίμηση


Με το εξαίσιο ποίημα «Επί Ασπαλάθων…» το κύκνειο άσμα της όλης ποιητικής δημιουργίας – αφού κυκλοφόρησε την επαύριο του θανάτου του – ο Σεφέρης εκδίδει με παρρησία την ετυμηγορία του για το τέλος ότι οι άνθρωποι αυτοί που εδραιώνουν το καθεστώς τους δεν έχουν σκοπό να φύγουν με το καλό και χωρίς δυσμενείς επιπτώσεις για το λαό. « Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει αναπότρεπτη στο τέλος» και ότι η παρατεταμένη παραμονή τους στην εξουσία εγκυμονεί φοβερούς εθνικούς κινδύνους, ιδιαίτερα για την αγαπημένη του Κύπρου, που ευτυχώς δεν έζησε τη φριχτή τραγωδία της, ο πράος και ήμερος Σεφέρης οργίζεται, αγριεύει. Και γράφει πρώτα τη δήλωση,, λιτό στη έκφραση κείμενο κορυφαίο μήνυμα απόφασης και χρέους ενός  άξιου πνευματικού ηγέτη, και ύστερα το ποίημα επί ασπαλάθων…» στέλνοντας τους τυράννους στη θέση που τους επιφύλαξε, ανέκαθεν, η Ελλάδα: στα ζοφερά και αβυσσαλέα δώματα του Άδη, στα Τάρταρα.



Διδακτικό ποίημα – Ποίημα στρατευμένο

Το ποίημα μπορούμε θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε διδακτικό. Ο διδακτισμός του γίνεται περισσότερο φανερός με τους στ. 19-20. Κάτι, επίσης, που μπορούμε να επισημάνουμε είναι η διαφοροποίηση ως προς τον τόνο: η πρώτη ενότητα διατηρεί τη γνώριμη ποιητική γραφή του Σεφέρη: λόγος λιτός, τόνος συγκρατημένος, αλλά διακριτικά φορτισμένος˙ στη δεύτερη ενότητα ο λόγος γίνεται περισσότερο πεζολογικός˙ η Τρίτη ενότητα, με καθαρή πολιτική πρόθεση γίνεται ένα γνωμικό δίστιχο



[1]  Ο Α. Στέφος υποστηρίζει ότι  διαισθάνεται κανείς, στη μονολεκτική της διατύπωση, μια φρικίαση
[2]  Παραπάνω έχει αναφερθεί   ότι Όλα τριγύρω είναι γαλήνια, αλλά και στην ψυχή του ποιητή υπάρχει απόλυτη ηρεμία. Αυτό υποστηρίζουν οι περισσότεροι. Υπάρχει όμως και η επισήμανση του Α. Στέφου.
[3] Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η γνώση είναι ανάμνηση (η ψυχή αναθυμάται έχοντας ζήσει στον κόσμο των Ιδεών)
[4] Τη λέξη ασπάλαθος την βρίσκουμε  ήδη στον Αριστοφάνη
[5] Βδελυγμία: το αίσθημα της ηθικής αποστροφής, της αηδίας
[6] Υλακή: γαύγισμα, αλύχτισμα
[7] Όπως συμβαίνει στις τραγωδίες του Αισχύλου


1 σχόλιο:

  1. Ενδιαφερον αναλυση!! Κριμα που δεν γινεται με τοση λεπτομερεια σε πολλα σχολεια!


    Κωνσταντινα,Μετ/ση

    ΑπάντησηΔιαγραφή