Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010
«Ανακυκλώστε τη... μόδα»
«...Ο βραδινός αέρας ισορροπούσε τέλεια ανάμεσα στη ζέστη του καλοκαιριού και στη δροσιά του επερχόμενου φθινοπώρου, την ώρα που έφευγαν, μαζί και μόνοι, διασχίζοντας το πλήθος των προσκεκλημένων.
Οι γυναίκες ήταν όμορφες με τα φορέματά τους ή τουλάχιστον αστραφτερές μέσα στα όμορφα φορέματά τους, οι συνοδοί τους πλούσιοι σ' αυτή την πάμπλουτη πόλη, κι ο Λουκ ποτέ δεν ένιωσε πιο ξένος ανάμεσά τους, καθώς θυμόταν τώρα τις φιγούρες που είχε δει το καλοκαίρι στην Πομπηία και στο Ερκουλάνεουμ, παγωμένες σε στάσεις γιορτής και γλεντιού».
Από την «Καλή Ζωή» (εκδ. Πόλις), του Τζέι Μακ Ινερνι
Ποιο είναι το τοπίο της σύγχρονης ελληνικής και παγκόσμιας μόδας; Γιατί το γκρι και το μαύρο χρώμα κυριαρχούν στην ένδυση όσων κινούνται στους δρόμους της πόλης, αλλά και σε περισσότερο ιδιωτικούς χώρους; Τι απέγιναν τα κραυγαλέα ντυσίματα και τα λαμπερά αξεσουάρ αλλοτινών, πιο αισιόδοξων εποχών; Η Μάρα Δαρμουσλή, μοντέλο, και ο Νίκος Τσιγαρός, καθηγητής μόδας και συγγραφέας του μοναδικού αντίστοιχου λεξικού, που κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά («ΜΟΔΑ - Το λεξικό και η σύγχρονη ιστορία»), επιχειρούν να προσδιορίσουν, μέσω των συνεντεύξεών τους στην «Ε», τον τρόπο με τον οποίο η μόδα «περπατά» στην πασαρέλα της οικονομικής κρίσης των ημερών μας...
Ποια είναι η καινούργια τάση της μόδας;
«Οι recessionistas. Πρόκειται για αρκετό κόσμο, που ψάχνει ιντερνετικά να βρει ευκαιρίες να αγοράσει πράγματα. Ξεκίνησε από την Αμερική, αλλά πλέον παρατηρείται και στην Ευρώπη. Αναζητούνται προϊόντα που έχουν χρησιμοποιηθεί, γίνονται εκδηλώσεις όπου πας, με δικά σου χρησιμοποιημένα κομμάτια και παίρνεις χρησιμοποιημένα κομμάτια άλλων, δηλαδή ανακύκλωση».
Αρα η κρίση απελευθέρωσε κι ένα δημιουργικό κομμάτι των καταναλωτών.
«Αναμφίβολα. Αυτό το οποίο επανανακαλύπτουμε είναι ότι η υπερκατανάλωση δεν είναι μονόδρομος. Και αντιμετωπίζουμε τα πράγματα με τελείως διαφορετική φιλοσοφία, επιδιώκοντας αυτό που αποκτούμε να έχει και διάρκεια ζωής».
Η αλαζονεία, για την οποία έγινε τόση συζήτηση στις χρηματοπιστωτικές αγορές, υπήρξε και στον χώρο της μόδας; Και πώς εκφράστηκε;
«Κατά τη δεκαετία του '80, όταν ο κόσμος ένιωθε άνεση, υπήρχε οικονομική ευμάρεια και υπερπροσφορά, και αυτό δηλώθηκε με ανάλογο τρόπο και στην ένδυσή του. Γενικότερα τα ρούχα ήταν περισσότερο κραυγαλέα, νέοι σχεδιαστές δούλευαν μεγάλους περίεργους όγκους, υπερπολυτελή ασεξουάρ και ακριβές κατασκευές. Είχαμε κραυγαλέα κεντήματα και τονισμένους ώμους, που θύμιζαν εποχή μπαρόκ. Η δεκαετία του '90 ήταν διαφορετική, πιο μινιμαλιστική. Τα πράγματα γίνονταν πιο ευθύγραμμα, οι φόρμες πιο απαλές, όμως, και πάλι, ο μινιμαλισμός δημιουργούσε μέσα από μια πολυτελή φόρμα και δήλωσε την εγκαθίδρυση των νέων brands: Τομ Φορντ, Πράντα κ.ά.».
Και μετά το millennium τι προκύπτει;
«Εχουμε έντονο το στοιχείο του μινιμαλισμού, αλλά πλέον με δομές πιο ψαγμένες. Αυτή η δεκαετία αποτέλεσε αφορμή αναζήτησης χρήσης νέων υλικών, με την τεχνολογία να τα καθορίζει, ενώ τα χρώματα δεν ήταν τόσο φανταχτερά. Η αναζήτηση νέων υλικών συνεχίζεται ακόμη, αφού και στη μόδα παρατηρείται διαφορετική προσέγγιση που περιλαμβάνει και την προστασία της φύσης. Το Eco fashion άρχισε από τη δεκαετία του '90, αλλά εδραιώνεται σταδιακά στη συνείδηση του κόσμου. Η μόδα πάντα αποτελεί μια περιγραφή των κοινωνικών φαινομένων. Απορροφά όλες τις τάσεις και μετά τις καταθέτει. Το ίδιο συνέβη και στην περίπτωση της οικολογίας».
Με το ξέσπασμα της κρίσης, ποιο είναι το πρόσωπο της μόδας που αντικρίζουμε;
«Πλέον η μόδα εστιάζει στη διάρκεια της ύλης κι έτσι οι φόρμες και οι δομές είναι πιο διαχρονικές. Ναι μεν έχουμε την έντονη δήλωση του πλούτου από όσους ιδιαίτερα εύπορους προέρχονται από το πρώην ανατολικό μπλοκ, αλλά στον δυτικό κόσμο αρχίζουμε και παρατηρούμε τη διαρκή ανακύκλωση πολλών πραγμάτων, που σημαίνει ότι είναι πολλοί οι άνθρωποι που έχουν αποκτήσει κάτι επώνυμο, αλλά φροντίζουν μια πιθανή βλάβη του να αποκατασταθεί. Είκοσι χρόνια πριν, αυτό δεν θα συνέβαινε. Εντονα το συγκεκριμένο φαινόμενο το συναντάμε και στα αξεσουάρ της casual ένδυσης, τα οποία γίνονται από χρησιμοποιημένα υλικά. Για παράδειγμα, αν χαλάσει ένα δερμάτινό μας, κάποιος μπορεί να κάνει από αυτό μια καρφίτσα από δέρμα ή κάτι άλλο. Αλλά τίποτε δεν πηγαίνει χαμένο».
Η Ελλάδα πού ακριβώς βρίσκεται στο όλο σκηνικό; Εχουν ωριμάσει οι Ελληνες καταναλωτές ή όχι;
«Νομίζω ότι έχουν αποδεχθεί την καινούργια πραγματικότητα και αυτό φαίνεται από το ότι πριν ακόμη από την οικονομική κρίση, άνοιξαν πολλά καταστήματα επιδιόρθωσης ρούχων. Πλέον, στην κάθε γειτονιά, τα βλέπεις να ανθίζουν σαν μανιτάρια. Οτιδήποτε μπορεί να επιδιορθωθεί, επιδιορθώνεται. Τατυτόχρονα, η εποχή μάς προσφέρει τη δυνατότητα να επανεξετάσουμε τη θέση μας ως πολίτες και ως κοινωνία και το πώς αντιμετωπίζουμε τη μόδα. Κάποτε ο κόσμος καθοδηγούνταν περισσότερο από το brand. Σήμερα ακολουθεί περισσότερο το ένστικτό του και σκέφτεται ευρύτερα. Οχι όπως η γενιά που βρέθηκε στο παρελθόν με χρήμα και με περιουσία, που δεν μπορούσε να τη διαχειριστεί, παρά μόνον εκφράζοντας με την ένδυση την ευμάρειά της. Σήμερα δεν υπάρχει κάτι τέτοιο».
Μετά το κραχ του '29, τι είχαμε στον χώρο της μόδας;
«Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος έβγαλε καινούργιους ανθρώπους στην αγορά, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η πολυτέλεια, προκειμένου να ξεπεραστούν και οι πληγές του πολέμου. Μετά το '29, πάλι, αλλάζουν τα πράγματα, οι συνθήκες δυσκολεύουν, υπάρχει η σκέψη ότι πάμε προς τον επόμενο πόλεμο. Η δεκαετία '30-'40 ήταν ιδιαίτερα σφιχτή σε όλους τους τομείς. Αυτό συνέβη και στη μόδα. Σε παρόμοιες εποχές παρατηρούμε γραμμές και φόρμες ιδιαίτερα συμμαζεμένες και στενές που εγκλωβίζουν το σώμα, π.χ. μετά το '29 μακραίνουν οι φούστες, ενώ και τα χρώματα αλλάζουν. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου υπήρχαν συγκεκριμένα μέτρα υφάσματος, που μπορούσες να καταναλώσεις για να φτιάξεις ένα ρούχο, π.χ., δεν επιτρεπόταν πάνω από 1-2 μέτρα υφάσματος για να φτιάξεις ένα παλτό».
Με βάση όλα αυτά, και ευρισκόμενοι στη διάρκεια της κρίσης, πού αναμένετε να κινηθούν τα πράγματα στο μέλλον;
«Γίνεται επανεκτίμηση και επαναπροσδιορισμός των πραγμάτων. Ο κόσμος δεν αντέχει την κοροϊδία, αυτό είναι μια σαφής διαπίστωση, και αντιστέκεται πλέον περισσότερο σε οτιδήποτε κραυγαλέο ή άστοχο τείνει να του επιβληθεί στον χώρο της μόδας. Πιθανολογώ ότι οι φόρμες θα είναι πολύ απλές και αναγνωρίσιμες και έντονα θα δούμε ότι, ναι μεν τα brands θα χαρακτηρίζονται από την ποιότητα των υλικών, αλλά θα διαθέτουν και μια ευρύτερη οικολογική συνείδηση. Σίγουρα ο κόσμος δεν θα πάψει ποτέ να ντύνεται. Και δεν ντύνεται πλέον για να προστατευτεί από τα στοιχεία της φύσης, αλλά για να δηλώσει τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται, συμπεριφέρεται και ζει, να δηλώσει ενδεχομένως το επάγγελμά του, την οικονομική του κατάσταση. Απλώς η αντιμετώπιση από τον κόσμο όσων επιχειρούν να επιβάλουν τάσεις θεωρώ ότι θα είναι διαφορετική. Δεν θα επηρεάζεται πλέον ο κόσμος τόσο εύκολα απ' όσα τού σερβίρονταν μέχρι τώρα». *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου